Με αφορμή προηγουμένη ανάρτηση έψαξα και βρήκα παλιές Χωριάτικες παροιμίες. Είναι οι πιο αληθινες και οι πιο αγνές.
Α
• Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι!
• Αγάλι αγάλι τούμπανα, τι είναι φτωχός ο γάμος.
• Αγαπά ο κάπελας το μεθυσμένο, μα γαμπρό δεν τον κάν'.
• Αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη.
• Αγρόν ηγόραζεν! (θρησκευτικό)
• Αδέρφια αγαπημένα, κάστρα που δεν παίρνονται.
• Αϊ-Γιώργη μου ακριβός είσαι.
• Ακριβό τ' αϊ-Γιωργιού το σφουγγάτο.
• Ακριβό το κερί τ' αϊ-Γιωργιού.
• Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βαφτίσαμε.
• Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ' αλεύρι.
• Ακριβοί στα πίτουρα, φτηνοί στα λάχανα.
• Αλάργα από πλώρη καραβιού και μουλαριού το κώλο.
• Αλλα λεει η γιαγια μου αλλα ακουν τ`αυτια μου.
• Αλλα λεει η θεια μου αλλα ακουν τ`αυτια μου.
• Άλλα ντάλα τα μεγάλα της Παρασκευής το γάλα.
• Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
• Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τη σκούφια του αλλιώς.
• Άλλη η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη.
• Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν κι άλλοι τρών' και μαγαρίζουν.
• Αλλού με τρίβεις δέσποτα, κι` αλλού έχω τον πόνο.
• Αλλού τ' όνειρο κι αλλού το θάμα.
• Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.
• Άμα δεν έχεις νύχια να ξυστείς μην περιμένεις άλλον.
• Άμα δε πάει το βουνό στον Μωάμεθ, θα πάει ο Μωάμεθ στο βουνό.
• Άμα κι θέλω να φιλώσε ρωτώ που και κα εν το μάγουλο σ' (Άμα δεν θέλω να σε φιλήσω ρωτώ που είναι το μάγουλό σου).
• Αμαρτία εξομολογημένη, η μισή συγχωρεμένη.
•
Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα, χαράς σ' εκείνο το ζευγά που' χει πολλά σπαρμένα.
• Αν δεν λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είναι καλοκαίρι.
• Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
• Αν δεις καράβι στο βουνό, μ**νί θα το' χει σύρει.
• Αν ήταν η δουλειά καλή θα δούλευε κι ο Δεσπότης.
• Aν θα ξαναγίνου νύφη ξέρου να χαμογελώ.
• Αν σ΄ αρέσει μπάρμπα Λάμπρο ξαναπέρνα από την Άνδρο. (ιστορικό)
*
Ανάθρεψε τον ποντικό να φάει και το σακκί σου.
• Ανεμομαζώματα διαβολοσκορπίσματα.
• Άνθρωπος αγράμματος ξύλο απελέκητο.
• Αντί να τρίζει η άμαξα, τρίζει ο αμαξηλάτης.
• Ανύπαντρος προξενητής, για λόγου του γυρεύει.
• Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.
• Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα.
• Από ρόδο βγαίνει αγκάθι κι από αγκάθι βγαίνει ρόδο.
• Απ' το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα.
*
Άρχοντα, αν πιάσεις φίλο, γράψου σκλάβος να ξεγνοιάσεις.
• Άρμεγε και κούρευε χέζε και δεμάτιαζε.
• Ας με λένε Βοϊβοντίνα κι ας ψοφώ από την πείνα.
• Άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στη ψωλή .
• Αυγό να πάρεις απ' αυτόν δεν έχει κρόκο μέσα.
• Αχάριστο ευλογείς, νεκρό δανείζεις.
Β
• Βάλαν τον τρελό να χέσει κι έκατσε και ξεκωλιάστει.
• Βαράτε με κι ας κλαίω!
• (Εδώ) βλέπεις το λύκο, κι εσύ ψάχνεις τ' αχνάρια.
• Βλέπεις φαΐ, κάτσε φάε. Βλέπεις ξύλο, σήκω φύγε.
• Βοήθα με να σε βοηθώ ν' ανεβούμε το βουνό.
• Βρες μου ένα ψεύτη να σου βρω κι εγώ ένα κλέφτη.
• Βρέχει καρεκλοπόδαρα.
• Βρήκε ο γύφτος τη φυλή του κι' αναγάλιασε η ψυχή του.
• Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι' αναγάλιασε η καρδιά του.
• Βρήκε ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ. (Θρησκ.)
• Βροντάν τα σίδερα, βροντάν κι οι σακοράφες.
Γ
*
Γάμος εις τα γηρατειά ή σταυρός ή κέρατα.
• Γάϊδαρο σκουντάς; Πορδιές θ` ακούσεις.
• Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
• Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον ει.
• (=Γελάει ο τρελος, παρόλο που δεν υπάρχει τίποτα που να είναι αστείο (=γελοίο)).
• Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.
*
Για χάρη του βασιλικού, ποτίζεται κι η γλάστρα.
• Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου.
• Για τον παρά κολάζεσαι, με τον παρά κι αγιάζεις.
• Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
• Γιος ο γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα.
• Γλυκάθηκε η γριά τα σύκα κι έφαγε και τα συκόφυλλα.
• Γλυκός ο ύπνος την αυγή , γυμνός ο κώλος την Λαμπρή.
• Γουρούνι στο σακί.
• Αγόρασε γουρούνι στο σακί.
• Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
• Γεια σου Γιάννη!κουκιά σπέρνω
• Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω
Δ
• Δάσκαλος που δίδασκε και νόμο δεν εκράτει.
• Δείξε μου το φίλο σου και θα σου πω ποιός είσαι.
• Δεν έγινα παπάς ν' αγιάσω, έγινα για να περάσω.
• Δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης.
• Δεν σου δόθηκαν από τους προγόνους σου, σου δανείστηκαν από τα παιδιά σου.
*
Δεν πιστεύει ο χορτάτος το κακό του νηστικού.
*Δένδρο που λυγά, δε σπάζει.
• Δες μάνα και πάρε κόρη.
• Δέσε το αρνί, όπου θέλει ο νοικοκύρης και μη σε νοιάζει αν το φάει ο λύκος.
• Δουλειά δεν είχε ο διάολος,
γ@***σε τα παιδιά του.
• Δούλεψε στα νιάτα σου για να 'χεις στα γηρατειά σου.
• Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
• Δώσε ΄μένα και στο γιο μου, νά κι ο άντρας μου στην πόρτα.
• Δώσε θάρρος στο χωριάτη ν΄ ανεβεί και στο κρεβάτι.
• Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
Ε
• Έβαλε την ουρά στα σκέλια.
• Έβαλε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
• Έγινε λαγός.
• Εγώ καλά παντρεύτηκα κι ας κλαίει όποιος με πήρε.
• Εδώ καράβια χάνονται... βαρκούλες αρμενίζουν!
• Εδώ ο κόσμος καίγεται και το μ**νί χτενίζεται
• Είδε ο τρελός το μεθυσμένο και φοβήθηκε.
• Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
• Είπαν του τρελού να χέσει, κι εκείνος ξεκωλώθηκε.
• Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
• Έκανε κι η ψείρα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
• Έκαψα την καλύβα μου να μη με τρων' οι ψύλλοι.
• Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το πουλί σου.
• Εκεί που σ' αγαπούν να μην πολυπηγαίνεις, γιατί αν τύχει και σε βαρεθούν δε θα' χεις τί να γένεις .
• Έλα παππού μου να σου δείξω πού το' χει η γιαγιά μου.
• Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπέλια σου.
• Εμακρύναν οι ποδιές σου, σκεπαστήκαν οι πομπές σου.
• Εμείς ψωμί δεν έχουμε κι η γάτα πίτα σέρνει.
• Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα.
• Ένας κούκκος μοναχά την άνοιξη δεν φέρνει.
• Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
• Eύκαιρ' τσουβάλ', σ' ο ποδάρ κι στεκ' (ποντιακό).
• Έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
• Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλή σου κρύα, τον στόμαχόν σου ελαφρύ γιατρού δεν θα' χεις χρεία.
• Έχεις παράδες; Σου κάνουν τεμενάδες.
• Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι.
• Έμαθε να βελονιάζει και
γ@*εί το μάστορή του.
• Ένα το 'χει η Μαριορή το στεγνώνει το φορεί.
Ζ
• Ζαβός ζαβή παντρεύτηκε ζαβά παιδιά θα κάνουν.
• Ζήσε μαύρε μου, τον Μάη να φας τριφύλλι.
• Ζήσε Μάη να φας τριφύλλι.
Η
• Η αλεπού σαν γεράσει γίνεται καλόγρια.
• Η αλεπού εκατό και το αλεπουδάκι εκατόν δέκα.
• Η βιάση ψήνει το ψωμί, μα δεν το καλοψήνει.
• Η γκαμήλα αν θέλει γομαράγκαθα, ας μακρύνει το λαιμό της.
• Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει μα κόκκαλα τσακίζει.
• Η γρια η κοτα εχει το ζουμι.
• Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει.
• Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά.
• Η καλή η μέρα από το πρωί φαίνεται.
• Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά.
• Ήλιος και βροχή παντρεύονται οι φτωχοί, ήλιος και φεγγάρι παντρεύονται οι γαϊδάροι.
• Ή μικρός-μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου.
• Η νύφη όντας θα γεννηθεί της πεθεράς θα μοιάσει.
• Ή παπάς παπάς, ή ζευγάς ζευγάς.
• Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.
• Η πουτάνα κι η χαζή έχει την τύχη την καλή.
* Η σκύλα από τη βιάση της στραβά κουτάβια κάνει.
• Ήρθαν τ' άγρια να διώξουν τα ήμερα.
• Ή στραβός ειν΄ ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε.
• Ήταν στραβό το κλήμα, το' φαγε κι γαϊδαρος.
• Η τέχνη θέλει μάστορη κι η φάβα θέλει λάδι.
*
Η τέχνη και η πονηριά τη νικά την αντρειά.
• Η τιμή τιμή δεν έχει και χαράς τον που την έχει.
• Η τρέλα δεν πάει στα βουνά.
• Η φτήνια τρώει τον παρά.
• Η χάρη θέλει αντίχαρη και πάντα χάρη μένει.
Θ
• Θα το βρει η στραβή τ' αρνί της.
• Θα τον χορέψω στο ταψί.
• Θέλει η κυρά μου και παίζουν τα γατιά.
• Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει.
• Θέλει και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο.
• Θελει και το γουρουνι κουδουνι.
• Θέλεις το φτωχό να σκάσεις: Πες του λίρες να σ' αλλάξει.
*
Θέλεις να χάσεις ένα φίλο; Δάνεισε του χρήματα
• Θού Κύριε φυλακή τω στόματί μου. (θρησκευτικό)
• Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
Ι
• Ίδιο πρόσωπο έρχεται, ίδιο μαντάτο φέρνει.
• Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.
Κ
• Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
• Κάθε αρχή και δύσκολη.
• Κάθε εμπόδιο σε καλό.
• Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι.
• Κάθε πράμα στον καιρό του και τον Αύγουστο ο κολιός.
• Και με τα χίλια βάσανα πάλι η ζωή γλυκιά είναι.
• Καινούριο κοσκινάκι μου, και πού να σε κρεμάσω;
• Και ο άγιος φοβέρα θέλει.
• Καιρός πανιά, καιρός κουπιά.
• Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.
• Κακή μοίρα έχεις άντρα μου, ούλοι 'πνιγήκανε και σύ εγλύτωσες.
• Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
• Καλά είν' τα ρουπακόφυλλα με το ρογί το λάδι.
• Καλιμασιά και Νένητα, Πυργί και Βερβεράτο αυτά τα τέσσερα χωριά βάζουν τη Χίο κάτω.
• Κάλιο αργά παρά ποτέ.*
• Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
• Κάλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει.
*
Κάλλιο' χω σήμερα τ' αυγό περά αύριο την κόττα.
• Κάλλιο σταυρός στην πόρτα σου, παρά στην εδική μου.
• Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
• Καλομαθε η γρια στα συκα θα φαει και τα συκοφυλα.
• Καλομελέτα κι έρχεται.
• Καλύτερα πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
• Κάλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
• Κάνε το καλό και ρίξ' το στο γιαλό.
• Κάποιο λάκκο έχει η φάβα.
• Καράβι που αργεί σκατά είναι φορτωμένο.
• Κι αλευρωμένος να 'ναι ο ποντικός, η γάτα τον γνωρίζει.
• Κι αν εισαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας.
• Κίνησε ο Εβραίος για το παζάρι κι ήταν ημέρα Σάββατο.
• Κομίζει γλαύκα ες Αθήνας.
• Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
• Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή σαλαμπαντάνα.
• Κοντός ψαλμός αλληλούϊα.
• Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει.
• Κουκκί το κουκκί γεμίζει το σακί.
• Κράτα με να σε κρατώ ν΄ ανεβούμε το βουνό.
• Κρένω 'γω τσαμπουνίζει κι' άντρας μου.
• Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
Λ
• Λάδια πολλά και τηγανητά τίποτα.
• Λιθάρι που κυλάει, χόρτο δεν κρατάει.
• Λαγός την φτέρη έσειε, κακό του κεφαλιου του.
• Λάδι βρέχει κάστανα χιονίζει.
• Λείπ' ο γάτος χορεύουν τα ποντίκια.
*
Λείψε από την κακή την ώρα, για να ζήσεις χίλιους χρόνους.
• Λάχανα 'ς τη μάνα μου, λάχανα 'ς τον άντρα μου, κάλλια ήταν 'ς μάνα μου.
Μ
• Μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια.
• Μάζευε κι ας είναι και ρώγες.
• Μαζί με τα χλωρά καίγονται και τα ξερά.
• Μάη μου, καλέ μου μήνα, νά' σουν δυο φορές το χρόνο!
• Μάθαν ότι γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.
• Μάθε γέρο γράμματα τώρα στα γεράματα.
• Μάθε τέχνη κι άστηνε και αν πεινάσεις πιάστηνε.
• Μάρτης γδάρτης και παλουκοκαύτης.
• Μας έμαθαν οι Κρητικοί πως είμαστε Χανιώτες.
• Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
• Μαύρη μοίρα που 'χεις άντρα, όλοι παν και δε γυρίζουν εσύ πας κι έρχεσαι.
• Με ήλιο τά 'βγαζα, με ήλιο τά 'βαζα, τί 'χαν τα έρμα και ψοφούσαν;
• Με όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γραμματα θα μάθεις.
• Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες.
• Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις.
• Μεγαλώνει το γομάρι και κονταίνει το σαμάρι.
• Με τον παρά μου γαμώ και την κυρά μου.
• Μη δεις ψηλό και φοβηθείς, κοντό κι αναθαρρέψεις.
• Μη θωρείς με πως κουτσαίνω, δες την ίσια μου τη μοίρα.
• Μην κακολογάς το σπίτι σου, μην πεσει και σε πλακώσει!
• Μην τάξεις σ' Άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι.
• Μην τάξεις σ' Άγιο κερί και σε παιδί παιχνίδι.
• Μην το πεις ούτε του παπά.
• Μήτ' ο σκύλος τρώει τ' άχυρο μήτε το γάιδαρο αφήνει.
*
Μην παίρνεις δίκιο ορφανού, ούτε τόπο ποταμού.
• Μια στο καρφί και μια στο πέταλο.
• Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η κακή του μέρα.
• Μικρόν κώλον δεν έδειρες, μέγαν μη φοβερίζεις.
•
Μικρό μικρό τ' αλώνι σου μ' ας είν' κατάδικο σου.
• (Η) Μουνότριχα τραβάει (και) καράβι.
• Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
• Μοναχός σου χορευε κι`οσο θελεις πηδα.
• Μού 'κανες τη μέρα δάκρυ και τη νύχτα συμφορά.
Ν
• Να απλώνεις τα πόδια σου όσο φτάνει το στρώμα σου.
• Να 'καναν οι μύγες μέλι, τρεις οκάδες στον παρά.
• Να ζήσει όποιος μ' έβρισε, να σκάσει όποιος μου το 'πε.
• Να λιλί δος μου τσιτσί.
*
Να λειπαν τα πιπέρια μου να ιδώ τις μαγεριές σου.
• Να ξαναγενόμουν νύφη, θα 'ξερα να προσκυνήσω.
• Να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω μέλι.
• Να σε χέσω Γιάννη, να σ' αλείψω μέλι.
• Να 'ταν τα Φώτα βροχερά και η Λαμπρή βροχάτη.
• Νάτανε η ζήλεια ψώρα θα ξυνόταν όλη η χώρα!
• Νηστεύει ο δούλος του Θεού,γιατί ψωμί δεν έχει.
• Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει.
• Νιός ήμουνα και γέρασα.
Ξ
• Ξύδι χάρισμα,γλυκό σαν μέλι.
Ο
• Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
• Ο έρως χρόνια δεν κοιτά.
• Ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη.
*
Ο κακός ο μάστορης με τα σύνεργά του τα βάζει.
• Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
• Ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει.
• Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
• Ο κόσμος τό 'χει τούμπανο κι' αυτός κρυφό καμάρι.
*
Ο λωλός, αν δεν κουραστεί δεν κάθεται.
• Όλα τά 'χε η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε.
• Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη.
*
Όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίσα.
• Όλοι οι καλοί μαζί, κι ο ψωριάρης χώρια.
• Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμην άλλαξε μήτε την κεφαλήν του.
• Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
• Όμοιος ομοίω αεί πελάζει.
• Όμοιος στον όμοιο και κοπριά στα λάχανα.
• Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται.
• Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται.
• Ο ψεύτης και ο κλέφτης το πρώτο χρόνο χαίρονται.
• Οι δρόμοι είναι ανοικτοί και τα σκυλιά δεμένα.
• Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
• Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.
*
Ο πλάτανος θέλει νερό κι η λεύκα θέλει αέρα.
• Ο πνιμένος από τα μαλλιά του πιάνεται.*
Ο βήχας κι ο παράς δεν κρύβονται.
• Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.
• Όλα εδώ πληρώνονται.
• Όπoιος βιάζεται σκoντάφτει.
• Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει πέντε μέρες κοσκινίζει.
• Όποιος δεν έχει μυαλό έχει πόδια.
• Όποιος είν' έξω απ' το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει.
• Όποιος έχει πολύ πιπέρι βάζει και στα λάχανα.
• Όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται.
• Όποιος θέλει τα γένια έχει και τα κτένια.
• Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα.
• Όποιος καεί από χυλό φυσάει και το γιαούρτι.
• Όποιος μπλέκει με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.
• Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.
• Όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
• Όποιος τα φίδια κυνηγά, φίδι θα τον δαγκώσει, και όποιος τον κίνδυνο αγαπά, αυτός θα τον σκοτώσει.
• Όποιος χάνει στα χαρτιά κερδίζει στην αγάπη.
• Όπου αγάλι-αγάλι περπατεί, μακριά μπορεί να πάει.
• Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.
• Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
• Οπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη.
• Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος.
• Όπου έχει δυο αγαπητικές χαρά έχει μεγάλη, γιατί όταν μαλώνει με τη μια κινάει και πάει στην άλλη • Όπου λαλούν πολλά κοκόρια, αργεί να ξημερώσει.
• Όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά.
• Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
• Όπως έστρωσες θα κοιμηθείς.
*
Όσα βρέχει ο Θεός, τόσα καταπίνει η γη.
• Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
• Όσα ξέρει ο νοικοκύρης δε τα ξέρει ο κόσμος όλος.
• Όσα φέρνει η ώρα δε τα φέρνει ο χρόνος.
• Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
• Όταν δεις ακρίβεια, καρτέρειε και τη φθήνεια.
• Όταν διψάει η αυλή σου νερό έξω μη χύσεις.
• Όταν ευρείς τοπ φόρτωμα πληρώσου το κουρμέκι.
*
Όταν έχεις και δεν τρως, πρέπει να σε δει γιατρός.
• Όταν κοιμάται ο γιόκας μου ψωμί δε μας γυρεύει.
• Ό,τι δίνεις παίρνεις.
• Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
• Ουδείς μωρότερος των ιατρών, αν δεν υπήρχαν οι διδάσκαλοι.
• Ουδέν κακό αμιγές καλού.
• Ούτε το διάβολο να δεις, ούτε τον σταυρό σου να κάνεις.
• Όύτε ψύλλος στον κόρφο του. (δε θά 'θελα νά 'μαι)
• Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.
• Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.
Π
• Πάρ' τ' αυγό και κούρεψ' το.
• Πάρ' τονα στο γάμο σου, να σου πει και του χρόνου.
• Παπά παιδί διαβόλου εγγόνι.
• Παπάς εγίνεις Κωσταντή; Έτσι το 'φερ' η κατάρα.
• Παπάς στην πόλη, η παπαδιά 'μολογάει.
• Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
• Πάρτ΄ αυγό και κούρευτο.
• Παρ 'τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου!
• Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σάκουλά του.
• Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
• Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμησε.
• Πες πες το κοπέλι κάνει τη γριά και θέλει.
• Πες πες το κοπέλι κάνει την κυρά και θέλει.
• Πέσε σύκο να σε φάω.
• Πέτρα που θέλει να κυλά, ποτέ δεν χορταριάζει.
• Πέτρα που κυλά μούχλα ποτέ δε πιάνει.
• Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
• Πιες μόνο νερό, να 'χεις κεφάλι καθαρό.
• Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
• Πίττα που δεν τρως, τί σε μέλλει κι αν καεί;
• Πλεύουν τα μήλα στο νερό πλεύουν και οι καβαλίνες.
• Πνίγεσαι σε μια κουταλιά νερό.
• Πότε έγινα φαντίνα; Όταν βρήκα τον καιρό;
(Σημ. Φαντίνα είναι η πρωτότοκη κόρη, η οποία είχε ιδιαίτερα προνόμια.)
• Πότε με τα καρύδια του, πότε με τον χαλβά του. Ήφερε την καλογριά εις τα θελήματά του.
• Ποτέ μη δώσεις στον φτωχό πόρτα και παραθύρι και πάπλωμα να σκεπαστεί, μη σηκωθεί και φύγει.
• Πρόβατο που βελάζει χάνει την χαψιά του.
• Πρώτα όβασον κι`επεκεί κακάντσον. (ποντιακή)
• Πυρ, γυνή και θάλασσα.
• Πώς πάν' αράπη τα παιδιά σου, όσο πάνε και μαυρίζουνε.
Ρ
• Ράβε ξήλωνε δουλειά να μη σου λείπει.
• Ρε, γαμπρέ, η μύτη σου. Είν' από το χειμώνα.
• Ρωμιών καυγάς, Τούρκων χαλβάς.
• Ρωτώντας πας στην Πόλη.
Σ
*
Σαπουνίζοντας γουρούνι, χάνεις χρόνο και σαπούνι.
• Σ' αγαπώ κυρά μ' να κλαν 'ς, μα όχ' κι αν το παρακάν 'ς (κοζανίτικη).
• Σ' άλογο ξένο αν ανεβείς, μεσοστρατίς πεζεύεις.
• Σ' έναν δίνουν και δεν παίρνει, άλλον δέρνουν και δε φεύγει.
• Σα θέλει η νύφη κι ο γαμπρός, τύφλα νά 'χει ο πεθερός.
• Σακάκι πληρώνεις, σακάκι παίρνεις. Μανίκι πληρώνεις, μανίκι παίρνεις.
• Σαν αστράφτει και βροντά, δέσε την βάρκα του ψαρά.
• Σαν σ' αρέσει η φάβα σπείρε και κάνα λαθούρι.
• Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
• Σε καλού κουμπάρου σπίτι, όποιος κάθεται δε φεύγει.
• Σε ξένο γάιδαρο καβάλα γρήγορα και κατέβα γρήγορα.
• Σηκωθήκαν τα ποδάρια να βαρέσουν το κεφάλι.
• Σηκωθήκανε τ' αγγούρια να γ****ουν το μανάβη.
• Σήμερα κινήσαμε κι αύριο πόσες έχουμε.
• Σκατό κι' εν, η γιαγια μ' έχεσεν. (ποντιακή)
• Σκύλο που γαβγίζει μη φοβάσαι.
• Σκύλος που γαβγίζει δεν δαγκώνει.
• Σου χαρίζουν γάιδαρο και τον κοιτάς στα δόντια.
• Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
• Στείλε στους γύφτους να βρεις προζύμι.
• Στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πρώτα.
• Στεφάνωσε και μπλέτσωσε και βάφτισε και φεύγα.
• Στη βράση κολλάει το σίδερο.
• Στην αναβροχιά καλό είν' και το χαλάζι.
• Στην χώρα των τυφλών, ο μονόφθαλμος είναι βασιλιάς.
• Στο αγελαδοκούρεμα. (=στις καλένδες)
• Στο σπασμένο το σακί θέλεις βάλε θέλεις μη.
• Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί.
• Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.
• Στον ακάλεστο το γάμο ή διωγμένος ή δαρμένος.
• Στου κουφού τη πόρτα όσο θέλεις βρόντα.
*
Στους στραβούς κυβερνάει ο μονόφθαλμος.
• Συν Αθηνά και χείρα κίνει.
• Σφάξε με Πασά μ' να αγιάσω.
• Σώπα συ να κρίνω γω, σήκω συ να κάτσω γω.
Τ
*
Τα δανεικά τα ρούχα ζεστασιά δεν σου κρατούν
• Τα δικά σου αμπέλια φράζε και τα ξένα μη γυρεύεις.
• Τα ζώα μου αργά.
• Τα μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
• Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους.
• Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.
• Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
• Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
• Τα πολλά πνίγουν τον άντρα και τα λίγα τη γυναίκα.
• Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
*
Τέχνη θέλει το πριόνι κι όποιος το βαστά να ιδρώνει.
• Της γυναίκας ο καημός, λούσα π***σα και χορός.
• Της καλομάνας το παιδί, το πρώτο να 'ναι κορίτσι.
• Της κοντής ψωλής της φταίνε οι τρίχες.
• Της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίγανε .
• Της νύχτας τα καμώματα, τα βλέπει η μέρα και γελά.
• Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.
• Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
• Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα!
• Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω!
• Τι κι αν σε δέρνουν δεκατρείς, αν δε σε δέρνει ο νους σου.
• Τι μπρόκολα τι λάχανα.
• Τί 'ναι ο κάβουρας τι το ζουμί του.
• Τι χοντρό κεφάλι που 'χεις. Με στενεύει η σκούφια σου.
• Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη.
• Το βουβάλι κι αν ξεπέσει πάλι αξίζει ένα βόιδι.
• Το γαρούφαλο είναι μαύρο μα πουλιέται με το δράμι.
• Το γοργό και χάριν έχει.
• Το γύφτο κάναν βασιλιά κι 'αυτός γύρευε ρείκια.
• Το δις εξ' αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.
• Το έξυπνο πουλί από την μύτη πιάνεται.
• Το καλό πράγμα αργεί να γίνει.
• Το καλό το αρνί, από δυο μάνες γεννιέται.
• Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι.
*
Το λάδι κι η αλήθεια πάντα βγαίνουν από πάνω.
• Το μήλο κάτω απ' την μηλιά θα πέσει.
• Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο και τα δυό το πρόσωπο.
• Τον αράπη κι αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς.
• Το ξένο είναι πιο γλυκό.
• Το ξέρει ο Αχμέτ, ο Μεχμέτ, και ο κόσμος όλος.
• Το ξύλο βγηκε από τον παράδεισο.
• Το παιδί σου πάντρεψες; Γείτονα το 'καμες. Κι όχι καλογείτονα, αλλά κακογείτονα.
• Το πολύ το κυρ' ελέησον το βαριέται κι ο παπάς.
• Το πολύ το τάκα τάκα κάνει το παιδί μαλάκα.
• Το πολύ το τίκι τίκι κάνει το παιδί φυστίκι.
• Το φτηνό είν' κι ακριβό.
• Το φτηνό το κρέας το τρώνε οι σκύλοι.
• Το ψάρι βρωμάει απ΄ το κεφάλι.
• Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς.
• Του κουτσοδόντη παξιμάδι του τυχαίνει.
• Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε η ψωλίατ' σκούτε. (ποντιακή)
• Τραβάτε με κι ας κλαίω.
• Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
• Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο.
• Τρελός ράφτης, μακριά κλωστή.
• Τρώγοντας έρχεται η όρεξη.
• Τσάμπα ξύδι γλυκό σα μέλι.
• Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
• Τώρα που βρήκαμε παπά άς θάψουμε πέντ' έξι.
• Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα!
Υ
• Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
• Ύστερα απ' τη βροχή έρχεται και χαλάζι.
• Ύστερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα.
Φ
*Φάε σαν άνθρωπος
• Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι.
• Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο.
• Φίδι φύλα το χειμώνα να σε φάει το καλοκαίρι.
• Φίλε μου στην ανάγκη μου κι οχθρέ μου στη χαρά μου.
• Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη.
• Φοβέρισε τον κώλο σου μη χέσει τα κλιτσιά σου.
*
Φτωχός άγιος, δοξολογία δεν έχει.
• Φρου φρου και τ' αμπέλι ξέφραγο.
• Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
• Φωνάζει ο κλέφτης να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
Χ
• Χάρε χαρά που μου 'φερες και λύπη που μου πήρες.
• Χάρη στο βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα.
• Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι.
• Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.
• Χέστηκε η φοράδα στ' αλώνι.
• Χέστηκε η φοράδα στο Γενί Τζαμί και κατούρησε στ' άχυρα.
• Χέσε ψηλά κι αγνάντευε.
• Χέσε ψηλά κι αγνάντευε και πέτα βοτσαλάκια.
• Χόρευε κυρά Ντουντού κοίτα και το σπίτι σου.
• Χρόνου φείδου. (Αρχαίο)
• Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει.
• Χωρίς κουπιά και άρμενα, Αϊ-Νικόλα βόηθα.
• Χτίζει σπίτια η ομόνοια, τα γκρεμίζει η διχόνοια.
Ψ
• Ψαρεύει σε θολά νερά.
Ω
• Ώρα καλή στην πρύμνη σου κι αέρα στα πανιά σου.
Ακόμη λίγες καλές :
Θέλει ν' ανθίσει το δενδρί μα η πάχνη δεν τ' αφήνει
Ξένο ψωμί ήταν πουτρωγε, δικό του το μαχαίρι.
Ρώτα δύο, ρώτα τρεις και διάβαινε την Πόλη.
Σπίτι μου σπιτάκι μου και σπιτοκαλυβάκι μου.
Του γειτόνου μας ο σκύλος, γείτονας είναι κι εκείνος.
Ύπνος γλυκός σαν σου κατεβεί, πήγαινε να κοιμηθείς.
Φυλάξου απ' άνθρωπο σπανό και μαλλιαρή γυναίκα.
Χοντρή μπουκιά μη φας και χοντρό λόγο μη πεις.
Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
Άδουλος δουλειά δεν έχει το βρακί του λύει και δένει.
Άκουσε γέρου συμβουλή και παιδευμένου γνώση.
Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ' αλεύρι.
Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν κι άλλοι τρών' και μαγαρίζουν.
Το δένδρο από το καρπό γνωρίζεται.
Άλλος έχει τ' όνομα κι άλλος τη χάρη.
Αλλού με τρίβεις δέσποτα κι αλλού έχω εγώ το πόνο.
Και το μικρότερο δενδρό έχει τον ασκιανό του.
Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.
Αν δε κουνήσει η σκύλα την ουρά της, ο σκύλος δεν πάει κοντά της.
Αν δεν αστράψει, δε βροντά.
Αν έχεις τέτοιους φίλους τι τους θέλεις τους εχθρούς.
Σε ξένο χωράφι, δρεπάνι μη βάζεις.
Κοντά στα ξερά, καίγονται και τα χλωρά.
Αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πάς.
Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
Αν έχεις νύχια ξύνεσαι.
Αν δε βρέξεις κώλο ψάρια δεν τρως.
Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει.
Ανάρια ανάρια το φιλί για να 'χει νοστιμάδα.
Ανύπαντρος προξενητής, για πάρτη του γυρεύει.
Οπού 'ναι απόξω απ' το χορό πολλά τραγούδια ξέρει.
Απ' τ' αυτί και στο δάσκαλο.
Το δένδρο που' χει τον καρπό όλο πετροβολιέται.
Άπιαστα πουλιά, χίλια στον παρά.
Απρίλης με τα λούλουδα και Μάης με τα ρόδα.
Από αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
Από κει που πήδησε η κατσίκα θα περάσει και το κατσικάκι.
Από το στόμα σου και στου θεού στ’ αυτί.
Από 'ξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα.
Από τη λεχώνα κι απ' τη μαμή, εχάθει το παιδί.
Άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες.
Αύγουστε καλέ μου μήνα, να 'σουν δυό φορές το χρόνο.
Άφησε το γάμο και πάει για πουρνάρια.
Βαράει το σαμάρι ν' ακούσει ο γάιδαρος.
Βασιλικός κι αν μαραθεί τη μυρωδιά την έχει.
Βαστάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος μου.
Βγάζει απ' τη μύγα ξύγκι.
Βοήθα με φτωχέ να μη σου μοιάσω.
Βρήκαμε παπά, ας θάψουμε καμπόσους.
Γουρούνι στο σακί.
Δε φοβάται το βουνό από τα χιόνια.
Δε δίνει έναν παρά.
Δε με θέλεις μία οργιά, δε σε θέλω μία τριχιά.
Δε μου κάνει ούτε κρύο ούτε ζέστη.
Δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι.
Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
Δύο καρπούζια κάτω από μία αμασκάλη δε χωράνε.
Έβαλαν το λύκο να φυλάξει τα πρόβατα.
Εγώ το λέω στον σκύλο μου κι ο σκύλος στην ουρά του.
Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
Έκανε κι η ψείρα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
Έκαψα την καλύβα μου να μη με τρων οι ψύλλοι.
Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο γάμος.
Έμαθα γδυτός και ντρέπομαι ντυμένος.
Ένας κούκος δε φέρνει την Άνοιξη.
Εκεί που είσαι ήμουνα και δω που είμαι θα ' ρθεις.
Έχασε τ' αυγά με τα καλάθια.
Έχω πολλά ράμματα για τη γούνα σου.
Η καμήλα από τ' αυτί δεν κουτσαίνει.
Η γριά κότα έχει το ζουμί.
Η καλή νοικοκυρά, είναι δούλα και κυρά.
Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
Η τιμή τιμή δεν έχει και χαρά στον που την έχει.
Η νύφη όντας θα γεννηθεί της πεθεράς θα μοιάσει.
Η τέχνη θέλει μάστορη κι η φάβα θέλει λάδι.
Ή μικρός παντρέψου, ή μικρός καλογερέψου.
Θές θέριζε και δένε, θές δένε και κουβάλα.
Θέλω ν' αγιάσω κι ο διάβολος δεν μ' αφήνει.
Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
Κάθ' ενός η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
Και η κοσκινού τον άντρα της με τους πραματευτάδες.
Καινούργιο κοσκινάκι μου, και που να σε κρεμάσω.
Καιρός φέρνει τα λάχανα καιρός τα παραπούλια.
Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
Κάλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι.
Κάλιο λόγια στο χωράφι, παρά μάγκανα στ' αλώνι.
Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.
Κάλλιο μία μέρα κόκκορης παρά πέντε μέρες κότα.
Κάλλιο στο παλούκι, πάρα σώγαμπρος.
Κάνε με σοφό, να σε κάνω πλούσιο.
Κανένας δεν άγιασε στον τόπο του.
Κατά το ζώο και το φόρτωμα.
Κατά μάνα κατά κύρη κατά γιος και θυγατέρα.
Κάποιου χαρίζανε ένα γάιδαρο και τον κοίταγε στα δόντια.
Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει.
Κλαίν' οι χήρες, κλαίν' κι οι παντρεμένες.
Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
Κοντακιανός λογαριασμός, παντοτινή αγάπη.
Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει.
Κώλος που κλάνει γιατρό δε φοβάται.
Λέγε λέγε το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει.
Λείπει ο γάτος χορεύουν τα ποντίκια.
Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης.
Με πορδές αυγά δε βάφονται.
Με στραβό σαν κοιμηθείς το πρωί γκαβίζεις.
Με το νου πλουταίνει η κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα.
Μην παίζεις με τη φωτιά.
Μία στο καρφί και μία στο πέταλο.
Μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα.
Μπάτε σκύλοι αλέστε.
Μπρος τα κάλλη τι είν' ο πόνος.
Ν' άκουγε ο Θεός τον κόρακα, όλοι οι γάιδαροι θα ψοφούσαν.
Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί δεν έχει να φάει.
Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον πιστεύει.
Ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται.
Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
Ο λύκος από τα μετρημένα τρώει.
Ο καλός ο μύλος τ’ αλέθει όλα.
Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται
Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται.
Ο πεινασμένος γάιδαρος, ξυλιές δε λογαριάζει.
Ο κακός χρόνος περνάει, ο κακός γείτονας δεν περνάει.
Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, ούτε τη γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του.
Ο παπάς πρώτα βλογάει τα γένια του.
Ο τρελός είδε το μεθυσμένο και φοβήθηκε.
Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
Ο κακός γείτονας κάνει τον καλό νοικοκύρη.
Ο λόγος σου με χόρτασε και τα ψωμί σου φάτο.
Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλους.
Ο ύπνος θρέφει τα μωρά κι ο ήλιος τα μοσχάρια.
Ο Μανόλης με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια.
Όλα τα γουρούνια μία μύτη έχουνε.
Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη.
Όλα τα 'χε η Μαριορή, ο φερετζές της έλειπε.
Όλοι αντάμα κι ψωριάρης χώρια.
Όλοι κλαίν τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ' αυλάκι.
Όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα.
Όποια έχει ρόκα και παιδί, στη γειτονιά να μην εβγεί.
Οποίος μπαίνει στο χορό, χορεύει.
Οποίος φτύνει κατά πάνω φτύνει τα μούτρα του.
Οποίος βαριέται να ζυμώσει πέντε ημέρες κοσκινάει.
Οποίος πηδάει πολλά παλούκια ένα θα μπει στον κώλο του.
Όποιος σκάβει το λάκκο τ' αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα.
Όποιος έχει πολύ πιπέρι ρίχνει και στα λάχανα.
Όπου' χει αμπέλια, ας βάνει εργάτες.
Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρων' οι κότες.
Όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια.
Όπου λαλούν πολλοί κοκκόροι αργεί να ξημερώσει.
Όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά.
Όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι.
Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
Όπως μου βαράνε χορεύω.
Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος.
Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Ότι έσπειρες θα θερίσεις.
Ότι μικρομάθαινες, δεν τα γεροντάφηνες.
Ούτε ψύλλος στον κόρφο του.
Ούτε κότες έχω ούτε με την αλουπού μαλώνω.
Παπά παιδί διαβόλου γκόνι.
Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
Παρηγοριά στον άρρωστο. ώσπου να βγει η ψυχή του.
Πέσε πίτα να σε φάω.
Πήγε σαν το σκυλί στ' αμπέλι.
Πιάσ' τ' αυγό και κούρεψ' το.
Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
Ποιος στραβός δε θέλει το φως του.
Που πας ξιπόλητος στ' αγκάθια.
Σ' εσέ το λέω πεθερά, για να τ' ακούσει η νύφη.
Σ' αγαπώ κυρά να κλάνεις αλλά μην το παρακάνεις.
Σαν το χιόνι στον κόρφο του.
Σαν την καλαμιά στον κάμπο.
Σε σάπιο σανίδι μην πατάς.
Σκυλί που γαβγίζει μην το φοβάσαι.
Σόι πάει το βασίλειο.
Στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα.
Στην αναβροχιά, καλό είν' και το χαλάζι.
Στην γειτονιά τριαντάφυλλο και μεσ' το σπίτι αγκάθι.
Στις εννιά του μακαρίτη, άλλος μπήκε μες' το σπίτι.
Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα στην αχυρώνα.
Συμπεθέροι και κουμπάροι, τον πρώτο χρόνο χαίρονται.
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη.
Τα μισά της χιλιάδας πεντακόσια.
Τα στερνά νικούν τα πρώτα.
Τα ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλάνε.
Της νύχτας τη δουλειά τη βλέπει η μέρα και γελά.
Τι είν' ο κάβουρας τι είν' το ζουμί του.
Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα.
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.
Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι.
Το ράσο δεν κάνει τον παπά.
Το ραβδί έχει δύο άκρες.
Το σιγανό ποτάμι να φοβάσαι.
Το φτηνό το κρέας το τρώνε οι σκύλοι.
Το αίμα νερό δε γίνεται.
Το ινάτι βγάζει μάτι.
Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη.
Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει.
Του παιδιού μου το παιδί, μου είναι δυό φορές παιδί.
Τού ταξε λαγούς με πετραχήλια.
Τρεις το λάδι, τρεις το ξίδι, έξι το λαδόξιδο.
Τώρα στα γεράματα, μάθε γέρο γράμματα.
Φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
Χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα.
Ψάχνει ψύλλους στ' άχυρα.
Ψωμί δεν έχουμε τυρί ζητάμε.