Καλύτερα χωριάτης, παρά πολιτικός.
Κύριε Διευθυντά, βοήθεια. Έχω μπερδευτεί. Δεν ξέρω
ποιος θα με ξεκομπιδιάσ’.
Κάθε πρωί η γυναίκα μου ανοίγ’ εκείνο το κ’τί, που
το λέν’ τηλεόραση. Να ενημερωθεί, να μην είναι γκτσούπ’, σαν και μένα. Έτσι μού
είπε. Έκατσα κι εγώ σήμερα να ακουρμάξω
μορφωμένους ανθρώπους, με πολλά πτυχία, από κολλέγια.. .Σοφοί άνθρωποι. Έτσι
τους λέει η γυναίκα μου. Σιουλούτιασα. Έλεγαν, έλεγαν… Ακόμα λένε. Καμιά λύση.
Κι εγώ θυμήθηκα το πάθημα του μπάρμπα Βασίλη με το
πάτερο.
Πάτερο
ονομάζεται το μεγάλο δοκάρι της
οροφής. Όταν τα σπίτια ήταν αταβάνωτα, κρεμούσαν στο πάτερο ξερά κολοκύθια, για να τα φάνε το χειμώνα. Έτσι
έμεινε η έκφραση «κολοκύθια στο πάτερο»,
δηλ. κάτι συνηθισμένο και ασήμαντο. Το παιδί του μπάρμπα Βασίλη , ύστερα από
πολυετείς σπουδές σε Γυμνάσιο της Πρωτεύουσας και στο Πανεπιστήμιο, όταν
επέστρεψε στο πατρικό του σπίτι, είδε στο αταβάνωτο δωμάτιο κοπρισμένο το
πάτερο. «Έπεσε με τα μούτρα» στη μελέτη συγγραμμάτων και σε μαθηματικούς
υπολογισμούς, και δεν μπορούσε εξηγήσει
το φαινόμενο»! Απορημένος, «φούσκωνε και ξεφούσκωνε». Ο πατέρας του, βλέποντάς
τον τόσο πολύ προβληματισμένο, ανησύχησε και τον ρώτησε τι του συμβαίνει. Ο
επιστήμονας γιος εκμυστηρεύτηκε το
πρόβλημά του με τη φράση: «Απορώ και επιστημονικώς δεν δύναμαι να ερμηνεύσω,
τίνι τρόπω ο βους ανέβη εις το πάτερον και το εκόπρισεν»! Και ο μπάρμα Βασίλης
κουνώντας το κεφάλι του για να συνέλθει από τον «κεραυνό» που δέχτηκε, του
έλυσε το πρόβλημα με τη φράση: «Το πάτερο, παιδί μου, πριν μπει εκεί ψηλά, ήταν
στο σταύλο και εκεί το εκόπρισε το βόδι, αλλά εσύ τότε μάθαινες γράμματα»! Όταν
απομακρύνθηκε, μονολόγησε ψιθυριστά: «κρίμα τα βόδια και τα χωράφια που πούλησα
να τον σπουδάσω. Ευτυχώς που δεν τον έβαλα να διευθύνει το μαντρί ».
(Παρακαλώ δεν θέλω κανένα συνειρμό)
Όταν τα είπα αυτά στη γυναίκα μου, μού απάντησε :
-Πού να τα καταλάβεις εσύ αυτά. Γι’ αυτό είσαι άξεστος χωριάτης.
Κι εγώ της είπα:
-Καλύτερα χωριάτης, παρά πολιτικός!
Αυτούς/ές , αν τους έβαζε κάποιος να «βαρέσουν το γάλα και να βγάλουν το
βούτυρο» θα έβγαζαν τα μάτια τους με τη φουρλέτσκα.
Έχω ή δεν έχω δίκιο;
Χαιρετίσματα από τα ορεινά και ασιουλούτιαστα Τζουμέρκα
Μετά Τιμής
Χρίστος Α. Τούμπουρος
Αγναντίτης - Τζουμερκιώτης